Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookie ώστε να μπορούμε να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες cookie αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησης σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η ανάγνωση σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπο μας και η βοήθεια της ομάδας μας να κατανοήσει ποιες ενότητες του ιστοτόπου θεωρείτε πιο ενδιαφέρουσες και χρήσιμες.
Γιατροί Χωρίς Σύνορα κατά ΠΟΥ για τον Έμπολα
Για καθυστέρηση στην αντιμετώπιση του ιού Έμπολα κατηγορούν οι Γιατροί χωρίς Σύνορα (ΓΧΣ) τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) σε έκθεση που έδωσε η οργάνωση στη δημοσιότητα. Στην έκθεση , η οργάνωση Γιατροί Χωρίς Σύνορα (ΓΧΣ) κατήγγειλαν ότι όταν ψηφίστηκε τελικά τον Αύγουστο..Για καθυστέρηση στην αντιμετώπιση του ιού Έμπολα κατηγορούν οι Γιατροί χωρίς Σύνορα (ΓΧΣ) τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) σε έκθεση που έδωσε η οργάνωση στη δημοσιότητα. Στην έκθεση , η οργάνωση Γιατροί Χωρίς Σύνορα (ΓΧΣ) κατήγγειλαν ότι όταν ψηφίστηκε τελικά τον Αύγουστο η «παγκόσμια κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία» περισσότεροι από χίλιοι άνθρωποι ήταν ήδη νεκροί. Η μη κυβερνητική οργάνωση κατηγορεί τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ότι ανταποκρίθηκε μόνο «όταν ο ιός Έμπολα έχει γίνει μια απειλή για τη διεθνή ασφάλεια».
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έχουν εφαρμόσει κολοσσιαία προγράμματα στις χώρες που έχουν πληγεί περισσότερο στη δυτική Αφρική (Λιβερία Γουινέα και Σιέρα Λεόνε) με περισσότερους από 1.300 εθελοντές και 4.000 τοπικούς υπαλλήλους, για τη δημιουργία και στελέχωση κέντρων νοσηλείας με 250 κλίνες.Όπως ανέφερε η οργάνωση των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, παρά τις προσπάθειές της, 2.547 ασθενείς έχασαν τη ζωή τους. «Ακόμη και στις περισσότερες εμπόλεμες ζώνες, οι ασθενείς δε χάνονται τόσο εύκολα σε τόσο λίγο χρόνο», σύμφωνα με την έκθεση.
«Το ιατρικό προσωπικό δεν ήταν προετοιμασμένο για να αντιμετωπίσει μια κατάσταση όπου τουλάχιστον το 50% των ασθενών πεθαίνει από την ασθένεια για την οποία δεν υπάρχει θεραπεία», λέει η οργάνωση των ΓΧΣ.
Ένα χρόνο μετά την επίσημη ανακοίνωση της έξαρσης της επιδημίας του ιού Έμπολα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) τουλάχιστον 24.000 άνθρωποι έχουν μολυνθεί και περισσότεροι από 10.000 έχασαν τη ζωή τους.