Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookie ώστε να μπορούμε να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες cookie αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησης σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η ανάγνωση σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπο μας και η βοήθεια της ομάδας μας να κατανοήσει ποιες ενότητες του ιστοτόπου θεωρείτε πιο ενδιαφέρουσες και χρήσιμες.
Η ερμηνεία της Άμυνας στο Ποινικό Δίκαιο
Στο Γενικό μέρος του ποινικού κώδικα, Κεφάλαιο δεύτερο, περί της έννοιας αξιόποινης πράξης, είναι γνωστό το άρθρο 14.1 « Έγκλημα είναι πράξη άδικη και καταλογιστή στο δράστη της, η οποία τιμωρείται από τον νόμο». Έγκλημα υπάρχει όταν η πράξη (αντικειμενική, υποκειμενική υπόσταση) είναι αξιόποινη και προσβάλλονται έννομα αγαθά.
Στο Γενικό μέρος του ποινικού κώδικα, Κεφάλαιο δεύτερο, περί της έννοιας αξιόποινης πράξης, είναι γνωστό το άρθρο 14.1 « Έγκλημα είναι πράξη άδικη και καταλογιστή στο δράστη της, η οποία τιμωρείται από τον νόμο». Έγκλημα υπάρχει όταν η πράξη (αντικειμενική, υποκειμενική υπόσταση) είναι αξιόποινη και προσβάλλονται έννομα αγαθά.
Έγκλημα δεν εννοούμε μόνο την πράξη, αλλά και την παράλειψη οφειλόμενης πράξης. Το Έγκλημα ποικίλει σε πολλά είδη, όπως το οργανωμένο, ηλεκτρονικό, οικονομικό, εμπορικό, λευκού περιλαίμιου, εγκλήματα κατά της ζωής, κοινώς επικίνδυνα εγκλήματα, κατά της γενετήσιας ελευθερίας, κατά της τιμής, κατά της ιδιοκτησίας, κατά των περιουσιακών δικαιωμάτων, κ.τ.λ.
Στην εγκληματολογία το έγκλημα χωρίζεται σε δυο κατηγορίες, το νομικό που ανέφερα πιο πάνω, και το πραγματικό που είναι η παραβατική και αντικοινωνική συμπεριφορά. Εδώ να αναφέρω ότι το δίκαιο δεν συμβαδίζει πάντοτε με την ηθική, για παράδειγμα αν μια οικογένεια που έχει 5 παιδιά και την κάνουν έξωση με απόφαση δικαστηρίου, αυτό θα είναι ανήθικο και άδικο για την κοινωνία, για το δικαστήριο όμως πρέπει να εφαρμοστεί ο νόμος. Να επισημάνω εδώ ότι χωρίς νόμο δεν υπάρχει και ποινή, δηλαδή αν δεν υπάρχει γραμμένο κάπου στον ποινικό κώδικα ότι η συγκεκριμένη πράξη τιμωρείται, δεν διώκεται. Επίσης τα άρθρα του ποινικού κώδικα που δεν γράφουν την ποινή που τιμωρούνται, διώκονται αυτεπάγγελτα, χωρίς έγκληση.
Ανάλυση άρθρων άμυνα στον ποινικό κώδικα
Όταν λέμε ότι μια πράξη είναι άδικη εννοούμε παράνομη, έτσι στον ποινικό κώδικα στο γενικό μέρος, σχετικά με τον άδικο χαρακτήρα της πράξης συμπεριλαμβάνεται και η άμυνα.
Στο άρθρο 22 του ποινικού κώδικα, εδάφιο 1. Δεν είναι άδικη η πράξη που τελείται σε περίπτωση άμυνας. Εδώ αναφέρεται στην ανάγκη και το δικαίωμα που έχουν οι πολίτες να προστατέψουν τον εαυτό τους η τρίτους από επιθέσεις. Έτσι δεν είναι παράνομη η πράξη σε περιπτώσεις που αμυνθούμε για να προστατέψουμε τον εαυτό μας ή κάποιον άλλον συνάνθρωπο μας.
Παράδειγμα: Είμαστε στο λεωφορείο και βλέπουμε μια αλλοδαπή να κλέβει το πορτοφόλι μιας κυρίας, έχουμε το δικαίωμα να παρέμβουμε σε αυτή την παράνομη πράξη.
Εδάφιο 2. Άμυνα είναι η αναγκαία προσβολή του επιτιθέμενου, στην οποία προβαίνει κάποιος, για να υπερασπισθεί τον εαυτό του ή άλλον από άδικη και παρούσα επίθεση που στρέφεται εναντίον τους.
Α) Για να υπάρχει επίθεση, πρέπει να υπάρχει πράξη, επομένως χωρίς να μας επιτεθεί κάποιος δεν υπάρχει και παράνομη πράξη.
β) Άμυνα και επίθεση πρέπει να συμβούν ταυτόχρονα την ίδια χρονική στιγμή, δηλαδή δεν νοείται να σου επιτεθεί και να σε χτυπήσει κάποιος σήμερα, εσύ να μην αντιδράσεις, και μετά από μία εβδομάδα να τον συναντήσεις και να τον χτυπήσεις. Για παράδειγμα, αν έρθει η αστυνομία στο σπίτι μας με ένταλμα σύλληψης κι εμείς αρνηθούμε να παραδοθούμε και τους πυροβολήσουμε αυτό δεν είναι άμυνα, διότι η αστυνομία λειτουργεί στα πλαίσια του νόμου και με εντολή εισαγγελέα.
Γ) Αναγκαία προσβολή του επιτιθέμενου, δηλαδή έχουμε το δικαίωμα να τον πλήξουμε γιατί απειλούνται έννομα αγαθά, η ζωή μας, η σωματική μας ακεραιότητα, η τιμή, τα πράγματα μας, επιτρέπεται να προσβάλουμε τον επιτιθέμενο όποιος κι αν είναι αυτός, είτε παράφρων, είτε χρήστης ναρκωτικών, είτε μεθυσμένος, αρκεί η πράξη να είναι παράνομη.
Παράδειγμα: Ο Α θέλει να σκοτώσει τον Β, τον πυροβολεί αλλά αστοχεί, έπειτα ο Β που του ξεφεύγει, πυροβολεί τον Α, τον πετυχαίνει και τον σκοτώνει, εδώ έχουμε ανθρωποκτονία με πρόθεση, με ελαφρυντικά όμως αφού ο B βρισκόταν σε άμυνα.
Εδάφιο 3. Το αναγκαίο μέτρο της άμυνας κρίνεται από τον βαθμό επικινδυνότητας της επίθεσης, από το είδος της βλάβης που απειλούσε, από τον τρόπο και την ένταση της επίθεσης και από τις λοιπές περιστάσεις. Δηλαδή αν μας επιτεθεί κάποιος με ύβρεις, και εμείς αμυνθούμε με πυροβολισμό, προφανώς έχουμε υπερβεί το μέτρο, και θα τιμωρηθούμε για ανθρωποκτονία με πρόθεση (ίσως με ελαφρυντικό).
Τα όρια βέβαια δεν είναι πάντα τόσο ευδιάκριτα, αλλά συχνά πολύ λεπτά, γι’ αυτό ο Νόμος αναφέρει ορισμένα κριτήρια, με βάση τα οποία θα κριθεί και το αναγκαίο μέτρο της άμυνας, αυτά είναι:
Ο βαθμός επικινδυνότητας: Πόσο επικίνδυνη ήταν η επίθεση, ήθελε να προσβάλει λεκτικά, να χτυπήσει, να τραυματίσει με μαχαίρι, να σκοτώσει με όπλο.
Από το είδος της βλάβης που απειλούσε: Να εκβιάσει, να τρομάξει, να βιάσει, να προκαλέσει ηθική, σωματική βλάβη, σεξουαλική παρενόχληση, να βρίσει.
Ο τρόπος και η ένταση της επίθεσης: Θρασύς, προκλητικός, προσβλητικός, εχθρικός.
Kαι οι λοιπές περιστάσεις: τόπος, χώρος, χρόνος.
Παράδειγμα: Ο Α λέει στον Β θα σε σκοτώσω και επιχειρεί να βγάλει από την τσάντα ένα πιστόλι. Πριν προλάβει να το στρέψει κατά του Β, ο τελευταίος τον χτυπά με ένα ξύλο στο κεφάλι και τον τραυματίζει θανάσιμα, εδώ έχουμε ανθρωποκτονία με πρόθεση, το δικαστήριο όμως μπορεί να του δώσει ελαφρυντικά γιατί υπό τον φόβο ότι θα τον σκότωνε, αμύνθηκε.
Άρθρο 23. Όποιος υπερβαίνει τα όρια της άμυνας τιμωρείται, αν η υπέρβαση έγινε με πρόθεση, με ποινή ελαττωμένη άρθρο 83 του ποινικού κώδικα (λόγοι μείωσης της ποινής), και αν έγινε από αμέλεια, σύμφωνα με τις διατάξεις τις σχετικές με αυτήν. Μένει ατιμώρητος και δεν του καταλογίζεται η υπέρβαση, αν ενέργησε με αυτόν τον τρόπο εξαιτίας του φόβου η της ταραχής που του προκάλεσε η επίθεση.
Υπέρβαση του ορίου της άμυνας έχουμε όταν η βλάβη που απετράπη μέσω της άμυνας είναι δυσανάλογα μικρότερη από τη βλάβη που τελικά προκλήθηκε. Το αναγκαίο μέτρο της άμυνας επιβάλλεται από την αρχή της αναλογικότητας του άρθρου 25 παρ. 1 του Συντάγματος.
Αρχή της αναλογικότητας σημαίνει ότι τα μέτρα που θα πάρουμε εκείνη την ώρα θα είναι ανάλογα και με τα μέσα που θα διαθέσουμε, έτσι για παράδειγμα αν διαπιστώσει κάποιος έντρομος μέσα στη νύχτα ότι έχει μπει διαρρήκτης στο σπίτι του και τον πυροβολήσει, ακόμα και αν ο επίδοξος ληστής ήταν άοπλος, τότε έχει υπερβεί τα όρια της άμυνας, και έχει διαπράξει ανθρωποκτονία με πρόθεση, όμως με βάση τις περιστάσεις, ο αμυνόμενος, θα πρέπει να κριθεί ατιμώρητος, διότι ήταν προφανώς φοβισμένος και δεν μπορούσε μέσα στο σκοτάδι να διακρίνει αν ο εισβολέας οπλοφορούσε ή όχι.
Παράδειγμα: Ο Α δέρνει απροκλήτως τον Β. Ο Β δίνει τόπο στην οργή, αλλά την άλλη μέρα που πονούσε, το σκέφτηκε διαφορετικά, πήγε βρήκε τον Α και τον έδειρε κι αυτός. Σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει άμυνα του Β, δεδομένου ότι την επόμενη μέρα είχε τελειώσει η επίθεση του Α και το έννομο αγαθό του είχε επανέλθει σε κατάσταση ειρήνης. Την επομένη ο Α εξαπολύει μια νέα επίθεση στον Β, του ρίχνει απρόκλητα μια γροθιά, κι όταν πάει να του ρίξει ακόμα μια, ο Β βγάζει από την τσέπη του ένα πιστόλι και τον πυροβολεί. Ο Β αμύνθηκε αφού δέχτηκε μια άδικη και παρούσα επίθεση, αλλά ξεπέρασε το αναγκαίο μέτρο της άμυνας.
Άρθρο 24. Δεν απαλλάσσεται από την ποινή που ορίζει ο νόμος όποιος με πρόθεση προκάλεσε την επίθεση του άλλου για να διαπράξει εναντίον του αξιόποινη πράξη με το πρόσχημα της άμυνας. Δηλαδή αν κάποιος προκαλέσει κάποιον για να του επιτεθεί, και τον τραυματίσει με την δικαιολογία ότι βρισκόταν σε άμυνα τιμωρείται. Αυτό αποδεικνύεται από τις τεχνικές ανάκρισης μέσα από τις αντιφάσεις και ομολογίες, όπου θα πέσει ο κατηγορούμενος στην αστυνομία.
Παράδειγμα: Με δόλο πρώτου βαθμού, ο Α ενώ γνωρίζει ότι ο Β είναι νευρικός και ευέξαπτος, τον προκαλεί με πειράγματα για να τον κάνει να του επιτεθεί, κι έτσι να μπορέσει να τον χτυπήσει με το πρόσχημα της άμυνας. Αν ο Β υπερβεί τα όρια της πρόκλησης, τότε υπάρχει δυνατότητα άμυνας.
Ας δούμε και πότε μια πράξη σε κατάσταση ανάγκης δεν είναι παράνομη
Άρθρο 25. 1. Δεν είναι άδικη η πράξη που τελεί κάποιος, για να αποτρέψει παρόντα και αναπότρεπτο με άλλα μέσα κίνδυνο, ο οποίος απειλεί το πρόσωπο ή την περιουσία του ίδιου ή κάποιου άλλου χωρίς δική του υπαιτιότητα, αν η βλάβη που προκλήθηκε στον άλλο είναι σημαντικά κατώτερη κατά το είδος και την σπουδαιότητα από την βλάβη που απειλήθηκε.
Παράδειγμα: Ο Α χρειάζεται επειγόντως και εκτάκτως κάποιο φάρμακο γιατί χωρίς αυτό κινδυνεύει άμεσα η ζωή του. Επειδή δεν μπορεί να βρει εφημερεύων φαρμακείο πουθενά στην περιοχή αναγκάζεται να σπάσει την πόρτα από ένα φαρμακείο και να αφαιρέσει από ένα ράφι το φάρμακο. Πρόκειται για μια περίπτωση κατάστασης ανάγκης.
Η προηγούμενη διάταξη δεν εφαρμόζεται σε όποιον έχει καθήκον να εκτεθεί στον απειλούμενο κίνδυνο…
Για παράδειγμα ένας πλοίαρχος, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να εγκαταλείψει τελευταίος το πλοίο σε ναυάγιο ή ένας στρατιώτης ο οποίος δεν μπορεί να επικαλεστεί κατάσταση ανάγκης για να δικαιολογήσει την λιποταξία του, το ίδιο, κάποιος πυροσβέστης να τα παρατήσει πάνω σε μια πυρκαγιά ή ένας αστυνομικός σε ένα έγκλημα που βρίσκεται σε εξέλιξη με επικίνδυνους κακοποιούς βαριά οπλισμένους.
{gallery}6478{/gallery}