Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookie ώστε να μπορούμε να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες cookie αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησης σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η ανάγνωση σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπο μας και η βοήθεια της ομάδας μας να κατανοήσει ποιες ενότητες του ιστοτόπου θεωρείτε πιο ενδιαφέρουσες και χρήσιμες.
Τάσεις και τεχνικές κλοπών στα καταστήματα λιανικής πώλησης
Πρόσφατα δημοσιεύτηκε μια πολύ ενδιαφέρουσα έκδοση στην Αυστραλία, από το Αυστραλιανό Ινστιτούτο Εγκληματολογίας, που εστιάζει στις διάφορες τάσεις και τεχνικές κλοπών από καταστήματα λιανικής πώλησης. Πρόκειται για ένα ζήτημα που έχει λάβει σοβαρές διαστάσεις και στην ελληνική πραγματικότητα…
Πρόσφατα δημοσιεύτηκε μια πολύ ενδιαφέρουσα έκδοση στην Αυστραλία, από το Αυστραλιανό Ινστιτούτο Εγκληματολογίας, που εστιάζει στις διάφορες τάσεις και τεχνικές κλοπών από καταστήματα λιανικής πώλησης. Πρόκειται για ένα ζήτημα που έχει λάβει σοβαρές διαστάσεις και στην ελληνική πραγματικότητα, καθώς η χώρα μας βιώνει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, όπως και προβλήματα κοινωνικής συνοχής, μετά από έξι δύσκολα χρόνια οικονομικής δυσπραγίας για ευρεία τμήματα του πληθυσμού.
Η έκδοση του ινστιτούτου AIC έχει τίτλο Stealing from retails stores (Κλέβοντας από καταστήματα λιανικής) και τα συμπεράσματα παρουσιάζονται από τη σκοπιά της επανεξέτασης των στρατηγικών πρόληψης του εγκλήματος που έχουν ως πρωταρχικό στόχο τη μείωση των κλοπών στα καταστήματα λιανικής πώλησης. Μετά από μια σύντομη ανασκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας, εξετάζει τα θέματα που σχετίζονται με την πρόληψη της κλοπής από καταστήματα λιανικής πώλησης, ενώ εμπεριέχει μια σύνοψη των αποδεικτικών στοιχείων προς στήριξη των τύπων παρέμβασης που επανεξετάζονται από την ερευνητική ομάδα, καθώς επίσης και μια εξήγηση του τρόπου λειτουργίας τους, παράλληλα με την παράθεση των χαρακτηριστικών επιτυχημένων στρατηγικών αντιμετώπισης.
Αποτρέποντας την κλοπή
Η κλοπή από κατάστημα λιανικής πώλησης ορίζεται ευρέως ως η «κλοπή εμπορευμάτων προς πώληση, εκτός από τα μηχανοκίνητα οχήματα, με την αποφυγή της πληρωμής για τα προϊόντα αυτά». Αν και γενικά πιστεύεται ότι είναι μια κοινή και κοστοβόρα εγκληματική πράξη, η πραγματική έκταση της κλοπής στον τομέα της λιανικής πώλησης (κοινώς γνωστό ως κλοπή σε μαγαζί) είναι άγνωστη, κυρίως λόγω της περιορισμένης προβολής του προβλήματος, αλλά και λόγω της ανακρίβειας που συχνά χαρακτηρίζει τα συστήματα διαχείρισης αποθεμάτων (Krasnovsky & Lane 1998).
Ωστόσο, η Αυστραλιανή Ένωση Λιανικού Εμπορίου (ARA) ανέφερε ότι το ετήσιο κόστος των κλοπών σε καταστήματα του κλάδου λιανικού εμπορίου, σε όλη την επικράτεια της Αυστραλίας, εκτιμάται ότι ανέρχεται σε δισεκατομμύρια δολάρια (Binnie 2008). Επιπλέον, οι πρόσφατες στατιστικές για την εγκληματικότητα δείχνουν ότι μεταξύ 2007 και 2011 οι ρυθμοί κλοπών σε καταστήματα αυξήθηκαν κατά 3%, αλλά έχουν σταθεροποιηθεί κατά την διάρκεια των τελευταίων 24 μηνών (Goh & Moffat 2012).
Η έρευνα που εστιάζει το ενδιαφέρον της στο φαινόμενο της κλοπής σε καταστήματα λιανικού εμπορίου αναδεικνύει και ορισμένες αξιοσημείωτες τάσεις:
– Οι γυναίκες έχουν περισσότερες πιθανότητες από τους άνδρες να συλληφθούν για το αδίκημα της κλοπής σε κατάστημα.
– Οι έφηβοι συμμετέχουν με υψηλά ποσοστά στους πληθυσμούς των κλεφτών
– Πολύ λίγοι κλέφτες αποφεύγουν τελικά τη σύλληψη (Hayes 1999, Hayes et al 2011, Krasnovsky & Lane 1998).
Περαιτέρω, η έρευνα δείχνει ότι η πράξη της κλοπής σε κατάστημα λιανικής πώλησης μπορεί να χαρακτηριστεί ως «ορθολογική» και ως «μη ορθολογική». Ενώ οι κλέφτες θεωρούν ως ορθολογικό κίνητρο το κέρδος ή το προσωπικό όφελος, η συμπεριφορά των μη ορθολογιστών κλεφτών μπορεί να σχετίζεται με ψυχολογικά θέματα και στρεσογόνους παράγοντες, όπως η οικογενειακή σύγκρουση ή, σε ένα μικρό αριθμό περιπτώσεων, η κλεπτομανία.
Η πλειοψηφία των κλεφτών έχουν ως κίνητρο το κέρδος ή το προσωπικό όφελος και τα εγκλήματά τους είναι συνήθως ευκαιριακά (Hayes 1991). Μια σειρά από παράγοντες και καταστάσεις που διευκολύνουν και ενθαρρύνουν τις κλοπές σε καταστήματα είναι:
• η παρουσία δημοφιλών αγαθών, όπως προϊόντα μακιγιάζ και CD / DVD.
• οι «φιλελεύθερες» πολιτικές καταστημάτων όσον αφορά την επιστροφή προϊόντων.
• η χωροταξική διάταξη των ισόγειων καταστημάτων, καθώς συνήθως παρέχουν ευκαιρίες στους κλέφτες ώστε να καταφέρνουν να αποκρύπτουν αντικείμενα και κατά την έξοδό τους από αυτά να μην υπόκεινται σε ελέγχους από ανιχνευτικά μηχανήματα
• το γεγονός ότι τα δημοφιλή προϊόντα προκειμένου να είναι πιο ελκυστικά στον υποψήφιο αγοραστή, εκτίθενται σε απλά ράφια, κι όχι ασφαλισμένα σε ειδικά ερμάρια.
• η απουσία υπαλλήλων ιδιωτικής ασφάλειας ή σε πολλές περιπτώσεις, και των ειδικών πυλών EAS (Clarke 2002a, Hayes 1999).
Η παραπάνω λίστα των παραγόντων κινδύνου δείχνει ότι οι πολύπλευρες στρατηγικές μπορεί να είναι πιο αποτελεσματικές στη μείωση των κλοπών στο χώρο του λιανικού εμπορίου σε σχέση με κάποιες μεμονωμένες παρεμβάσεις. Ο Hayes (1991) υποστηρίζει ότι τα αποτελεσματικά καθεστώτα πρόληψης των κλοπών σε καταστήματα προϋποθέτουν την εφαρμογή των αρχών πρόληψης του εγκλήματος μέσω του περιβαλλοντικού σχεδιασμού (CPTED), την αναβάθμιση ή την εισαγωγή συστημάτων ασφαλείας, όπως CCTV και EAS, και το σημαντικότερο, την ευαισθητοποίηση και την εκπαίδευση των εργαζομένων.
Άλλα μέτρα που μπορούν να υιοθετηθούν από προγράμματα αποτροπής κλοπών είναι:
– η επιβολή αυστηρών διαδικασιών παρακολούθησης των αποθεμάτων προϊόντων
– η απαγόρευση εισόδου ατόμων που είναι σεσημασμένοι κλέφτες
– η εφαρμογή και η κοινοποίηση αυστηρών πολιτικών καταστημάτων γύρω από το ποιες ενέργειες πρέπει να γίνονται όταν εντοπίζονται κλοπές σε καταστήματα ή κάποιος ύποπτος κλοπής (Clarke 2002a, Hayes 1991).
Ο ρόλος των εργαζόμενων
Αξίζει να σημειωθεί ότι ένας μεγάλος αριθμός κλοπών που λαμβάνουν χώρα σε καταστήματα λιανικής πώλησης (περίπου το 62%), μπορεί να διαπραχθεί ή να διευκολυνθεί από ήδη εργαζόμενους στους χώρους αυτούς (Bamfield 1994). Το να καθοριστεί εάν η πλειοψηφία των αδικημάτων, όπως οι κλοπές, διαπράττονται από μέρος του προσωπικού ή από τους πελάτες σε ένα συγκεκριμένο κατάστημα, είναι ζωτικής σημασίας και έχει άμεσες συνέπειες για το είδος της παρέμβασης που πρέπει να υλοποιηθεί από μέρος της διεύθυνσης του καταστήματος.
Για παράδειγμα, αν ένα κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης CCTV συνήθως αποτρέπει τους πελάτες από το να διαπράξουν κλοπές σε καταστήματα, οι εργαζόμενοι είναι συνήθως σε θέση να παρακάμψουν αυτά τα μέτρα ασφαλείας (Greenberg & Barling, 1996).
Ορισμένες από τις παρεμβάσεις που στοχεύουν ειδικά στην πάταξη του φαινομένου των κλοπών από εργαζόμενους εντός του καταστήματος περιλαμβάνουν:
• Εξέταση πριν από την πρόσληψη
• Προώθηση, γνωστοποίηση και επιβολή αυστηρών πολιτικών αντι-κλοπής, και
• Έλεγχοι στις τσάντες του προσωπικού κατά την αποχώρησή τους από το χώρο εργασίας τους (Greenberg & Barling, 1996).
Η έρευνα δείχνει επίσης πως σε καταστήματα λιανικής πώλησης στα οποία προσωπικό και διεύθυνση έχουν αρνητικές σχέσεις εργασίας, μπορεί να διαμορφωθούν υψηλότερα ποσοστά κλοπών έναντι καταστημάτων όπου οι σχέσεις εργαζόμενων και διεύθυνσης είναι θετικές (Greenberg & Barling, 1996). Όταν οι σχέσεις μεταξύ της διεύθυνσης και του προσωπικού είναι αρνητικές, οι πράξεις των κλοπών από εργαζόμενους μπορεί και να ‘νομιμοποιηθούν’ από τους παραβάτες εκλαμβανόμενες ως «τιμωρία» της επιχείρησης. Η προώθηση ισχυρών, ανοιχτών και θετικών σχέσεων μεταξύ του προσωπικού και της διεύθυνσης μπορεί κατά κάποιο τρόπο να συμβάλει στην αντιμετώπιση της κλοπής από εργαζόμενους εντός της επιχείρησης.
Ευρήματα της έρευνας
Από την ενδελεχή επεξεργασία των δεδομένων διαφόρων ερευνών –συνολικά δεκαέξι- που σχετίζονται με το φαινόμενο της κλοπής σε καταστήματα λιανικής αναδεικνύονται πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα, όσον αφορά τις πολιτικές πάταξης της παραβατικής αυτής συμπεριφοράς. Κάποιες από αυτές τις έρευνες μελετούν τα αποτελέσματα προ και μετά από τη λήψη μέτρων κατά των κλοπών. Από την συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων που μελετήθηκαν, προέκυψε το συμπέρασμα ότι οι περιοχές που έγιναν στόχος είχαν προηγουμένων ταυτοποιηθεί και «ελεγχθεί» από τους κλέφτες.
Ένας επιπλέον σημαντικός παράγοντας που φαίνεται να επηρεάζει την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων ήταν η συμπεριφορά του προσωπικού προς το εκάστοτε σχέδιο ή πρόγραμμα αντιμετώπισης του φαινόμενου της κλοπής. Οι ερευνητές σημείωσαν ότι συνήθως το προσωπικό εφησυχάζει απέναντι στην πιθανότητα κλοπής στο χώρο εργασίας του, γεγονός που αποδεικνύεται σε μια σειρά από μελέτες. Φαίνεται ότι η εισαγωγή μέτρων ασφαλείας σε ορισμένα καταστήματα είχε ως αποτέλεσμα το προσωπικό να παρουσιάζει πολύ λιγότερες πιθανότητες εμπλοκής του σε βασικά μέτρα πρόληψης του εγκλήματος, όπως για παράδειγμα η προσέγγιση ύποπτων πελατών.
Μελέτες σε κάποια καταστήματα που είχαν εγκατασταθεί κλειστά κυκλώματα τηλεόρασης ή είχε προσληφθεί προσωπικό ασφαλείας, έδειξαν ότι οι εργαζόμενοί πίστευαν ότι τα καθήκοντά τους για την πρόληψη εγκληματικών ενεργειών είχαν περιοριστεί ή και «καταργηθεί».
Αποτελεσματικές παρεμβάσεις
Μετά την εξέταση των διαθέσιμων στοιχείων, έγινε εφικτή η καλύτερη αξιολόγηση των διαφόρων παρεμβάσεων που πρέπει να γίνουν. Συγκεκριμένα:
– Οι εκστρατείες ευαισθητοποίησης που απευθύνονται στο προσωπικό ή τους πελάτες καταστημάτων λιανικής πώλησης σχετικά με την πρόληψη του εγκλήματος συμβάλλουν στην καλύτερη ενημέρωση των πελατών για τις επιπτώσεις που προκαλούνται από τη μάστιγα της κλοπής στους τομείς του λιανικού εμπορίου και στον εντοπισμό των πιο «hot» εμπορευμάτων, δηλαδή των πιο περιζήτητων για κλοπή. Εκστρατείες ευαισθητοποίησης χρησιμοποιήθηκαν σε εννέα από τα προγράμματα αυτά, επτά εκ των οποίων φαίνεται να είχαν αποτελεσματική επίδραση στη μείωση των ελλείψεων αποθεμάτων. Δύο παρεμβάσεις είχαν άμεσο αντίκτυπο στα ποσοστά κλοπών σε καταστήματα, αλλά αυτό το αποτέλεσμα περιορίστηκε σημαντικά με την πάροδο του χρόνου. Δύο καμπάνιες εστίασαν το ενδιαφέρον τους σε σχολεία με αποδέκτες παιδιά, ενώ μία εξ αυτών χρησιμοποίησε ένα σύστημα ανταμοιβής προκειμένου να αναδειχθούν οι θετικές καταναλωτικές συμπεριφορές.
– Μέτρα ελέγχου πρόσβασης χρησιμοποιήθηκαν σε επτά από τις εξετασθείσες μελέτες, έξι εκ των οποίων φαίνεται να είχαν αποτελεσματική επίδραση στη μείωση των κλοπών σε καταστήματα λιανικής. Μία είχε άμεσο αντίκτυπο στα ποσοστά κλοπών σε καταστήματα, αλλά αυτό το αποτέλεσμα χειροτέρευσε με την πάροδο του χρόνου. Οι παρεμβάσεις που συνήθως υλοποιήθηκαν ήταν μέτρα αντικλεπτικής προστασίας EAS ή / και tags σε εμπορεύματα που συνήθως γίνονται στόχος κλοπών, τακτικοί έλεγχοι απολογισμού εμπορευμάτων που εκτελούνται από το προσωπικό ασφαλείας και προσωπικό σε επιλεγμένα ράφια, όπου διατίθεται συγκεκριμένα προϊόντα, συνήθως τα πιο «hot».
– Τέλος, τέσσερα από προγράμματα εστίασαν στην εκπαίδευση του προσωπικού και όλα είχαν πολύ θετικά αποτελέσματα. Περιελάμβαναν εκπαίδευση του προσωπικού λιανικών καταστημάτων σε σχέση με το πώς μπορούν να αναγνωρίζουν την ύποπτη συμπεριφορά πελατών και πώς να αντιμετωπίζουν τους ύποπτους για κλοπή πελάτες.
Παρεμβάσεις με περιορισμένη αποτελεσματικότητα
Τα δεδομένα που προέκυψαν από τη χρήση στρατηγικών που εισήγαγαν ή αναβάθμισαν συστήματα CCTV έδειξαν σε δύο προγράμματα που υλοποιήθηκαν ότι είχαν άμεσο θετικό αποτέλεσμα στη μείωση των ποσοστών κλοπής, αλλά αυτή η θετική επίδραση δεν έμεινε σταθερή στο χρόνο. Οι παρεμβάσεις που συνήθως ακολουθούνται περιλάμβαναν τη σωστή διαχείριση καταστήματος ή και την αξιοποίηση επαγγελματιών στο χώρο της ασφάλειας, οι οποίοι έχουν ειδικευτεί στον εντοπισμό των λεγόμενων «τυφλών σημείων» ή hotspots που προσφέρουν ευκαιρίες για κλοπή. Με βάση αυτά τα δεδομένα τοποθετήθηκαν και οι προβλεπόμενες κάμερες ασφαλείας. Το κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης –CCTV- χρησιμοποιήθηκε ως μέρος ενός ευρύτερου πολύπλευρου συστήματος σε ένα πρόγραμμα, ενώ ήταν η πρώτη και η μόνη παρέμβαση στο άλλο πρόγραμμα.
{gallery}2195{/gallery}